Παρασκευή 24 Μαρτίου 2017

Παραγραφή - Αποσβεστική Προθεσμία στους Ο.Τ.Α.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΗ – ΑΠΟΣΒΕΣΤΙΚΗ ΠΡΟΘΕΣΜΙΑ
Π Α Ρ Α Γ Ρ Α Φ Η
Έννοια
Παραγραφή είναι η απόσβεση της αξίωσης του Δήμου λόγω μη ενάσκησής της μέσα στο χρόνο που προβλέπεται από τις σχετικές διατάξεις.
Σκοπός
Η παραγραφή των αξιώσεων έχει σκοπό την εκκαθάρισή τους, ώστε να υπάρχει σαφής εικόνα των εσόδων.
Θεσμός δημόσιας τάξης
Η παραγραφή αποτελεί θεσμό δημόσιας τάξης, συνεπώς είναι άκυρη κάθε συμφωνία, η οποία τροποποιεί τους όρους της παραγραφής.
Χρόνος παραγραφής
Ο κανόνας
Ο χρόνος της παραγραφής των αξιώσεων των δήμων είναι είκοσι (20) ετών αρχόμενος από τη λήξη του οικονομικού έτους εντός του οποίου βεβαιώθηκαν αυτές οριστικώς. (άρθρο 76 Β.Δ. 24.9/20.10.58)
Η εξαίρεση
Οι αξιώσεις που προέρχονται από: - φόρους εν γένει, - τέλη, - δικαιώματα, - εισφορές και - αντίτιμο προσωπικής εργασίας παραγράφονται μετά από (5) πέντε έτη από τη λήξη του οικονομικού έτους εντός του οποίου βεβαιώθηκαν αυτές οριστικώς (άρθρο 76 Β.Δ. 24.9/20.10.58)
Το τέλος επί των ακαθαρίστων εισπράξεων επί των εκδιδομένων λογαριασμών και το τέλος παρεπιδημούντων.
Παραγραφή πριν την ταμειακή βεβαίωση
Χρηματική απαίτηση του Δημοσίου δεν παραγράφεται πριν να βεβαιωθεί πράγματι προς είσπραξη ως δημόσιο έσοδο στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. ή το αρμόδιο Τελωνείο (βεβαίωση με στενή έννοια), με την επιφύλαξη των διατάξεων περί επιβολής φόρων και λοιπών δημοσίων εσόδων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν. 4174/2013, Α' 170).
Η ρύθμιση αυτή παραμένει σε ισχύ και στην περίπτωση που καθυστερεί η βεβαίωση με στενή έννοια. (άρθρο 136 παρ.1 Ν.4270/2014).
Με τις ανωτέρω διατάξεις που έχουν εφαρμογή και επί αξιώσεων των Δήμων -οι οποίοι, κατά το άρθρο 304 του π.δ/τος 410/1995 και ήδη άρθρο 276 παρ. 1 εδ. 2 και 2 του ν. 3463/2006, έχουν όλα τα δικαστικά  και διοικητικά προνόμια που παρέχονται στο Δημόσιο - τίθεται ως κανόνας ότι καμία χρηματική αξίωση του Δημοσίου δεν υπόκειται σε παραγραφή πριν να βεβαιωθεί πράγματι ως δημόσιο έσοδο, με την έννοια του άρθρου 1 του Κ.Ε.Δ.Ε., στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. ή Τελωνείο. (Ελ. Συν. Τμ. VII Απόφαση 257/2012)
ΑΝΑΣΤΟΛΗ ΠΑΡΑΓΡΑΦΗΣ
Έννοια αναστολής
Ξεκινάει ο χρόνος παραγραφής – σταματάει o χρόνος σε ένα συγκεκριμένο σημείο - συνεχίζει ο χρόνος παραγραφής από το σημείο που σταμάτησε.
Εφαρμοζόμενες διατάξεις
Οι διατάξεις του Δημόσιου Λογιστικού. (άρθρο 137 του Ν.4270/2014)
Λόγοι αναστολής
1. Η χορήγηση αναστολής καταβολής του χρέους ή διευκόλυνση τµηµατικής καταβολής
2. Η αναστολή εκτέλεσης με νόμο
3. Η ανηλικότητα
4. Η δικαστική αμφισβήτηση της νοµιµότητας (νοµίµου τίτλου) της απαίτησης, ή της βεβαίωσης αυτής, ή της εγκυρότητας πράξης εκτέλεσης, από οιονδήποτε, καθώς και η ακύρωση πράξεων διοικητικής εκτέλεσης
5. Το δικαιοστάσιο ή ανωτέρα βία του δικαιούχου
6. Ο δόλος του οφειλέτη
ΔΙΑΚΟΠΗ ΠΑΡΑΓΡΑΦΗΣ
Έννοια διακοπής
Ξεκινάει ο χρόνος παραγραφής – διακόπτεται – Ξεκινάει από την αρχή χωρίς να υπολογίζεται ο χρόνος που προηγήθηκε.
Εφαρμοζόμενες διατάξεις
Οι διατάξεις του Δημόσιου Λογιστικού. (άρθρο 138 του Ν.4270/2014)
Λόγοι διακοπής
1. Κοινοποίηση ατομικής ειδοποίησης
2. Κατάσχεση (κινητών- ακινήτων- εις χείρας τρίτου)
3. Έκδοση προγράμματος πλειστ/σμού
4. Κάθε πράξη της εκτέλεσης
5. Αναγνώριση της οφειλής (καταβολή έναντι)
6. Αναγγελία σε πτώχευση
7. Αναγγελία σε πλειστηριασμό
8. Αναγγελία σε εκκαθάριση (κάθε τύπου)
9. Εγγραφή υποθήκης – προσημείωσης
10. Υποβολή ένστασης σε συμψηφισμό
11. Άσκηση αγωγής
12. Επίδοση επιταγής πληρωμής

ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΠΑΡΑΓΡΑΦΗΣ
α. Συμψηφισμός
Η απαίτηση του Δημοσίου που έχει παραγραφεί αντιτάσσεται σε συμψηφισμό και για τρία (3) έτη μετά τη συμπλήρωση της παραγραφής.
β. Άρνηση παροχής
Όταν συμπληρωθεί η παραγραφή, ο υπόχρεος έχει δικαίωμα να αρνηθεί την παροχή. Ό,τι καταβλήθηκε χωρίς γνώση της παραγραφής δεν αναζητείται.
γ. Εξέταση από το δικαστήριο
Η παραγραφή της αξίωσης δεν εξετάζεται αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο. Πρέπει να προβληθεί από τον οφειλέτη.
δ. Λόγος ανακοπής
Η παραγραφή αποτελεί λόγο ανακοπής κατά της εκτέλεσης

Α Π Ο Σ Β Ε Σ Τ Ι Κ Η   Π Ρ Ο Θ Ε Σ Μ Ι Α
Η βεβαίωση των - φόρων, - τελών, - δικαιωμάτων, - εισφορών και - αντιτίμου προσωπικής εργασίας ενεργείται υπό των δήμων και κοινοτήτων εντός αποσβεστικής προθεσμίας πέντε ετών από της λήξεως του οικονομικού έτους, στο οποίο ανάγονται. (άρθρο 2 παρ.1 του ΑΝ 344/1968)
ΌΜΩΣ:
Χρηματικές αξιώσεις των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης που αφορούν σε απόδοση φόρων, τελών, δικαιωμάτων και εισφορών και προκύπτουν εξαιτίας μη υποβολής από τους υπόχρεους των αναγκαίων στοιχείων για τη βεβαίωσή τους ή υποβολής ανακριβών ή ελλιπών στοιχείων ή λανθασμένα βεβαιωμένων οφειλών, βεβαιώνονται σε βάρος των υπόχρεων εντός εικοσαετίας από τη λήξη του οικονομικού έτους που δημιουργήθηκε η σχετική υποχρέωση προς καταβολή τους, χωρίς την επιβολή προσαυξήσεων (άρθρο 32 Ν.4304/2014) .

Κατ' εξαίρεση είναι δυνατή η βεβαίωση μετά την πάροδο της 5ετούς προθεσμίας αν: α. είναι άγνωστος ο υπόχρεος.
β. έχει ακυρωθεί μετά την πάροδο της πενταετίας η φορολογική εγγραφή για το λόγο ότι ο υπόχρεος δεν έλαβε γνώση της εγγραφής,
γ. η βεβαίωση έγινε σε πρόσωπο που δεν είχε μερική ή ολική φορολογική υποχρέωση και
δ. η βεβαίωση έγινε για οικονομικό έτος διάφορο από αυτό που αφορά η φορολογική υποχρέωση.

ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΑΠΟΣΒΕΣΤΙΚΗΣ ΠΡΟΘΕΣΜΙΑΣ
Η θέση του Υπουργείου Εσωτερικών και του Αρείου Πάγου:
-Μπορεί να βεβαιωθεί ταµειακά η οφειλή και µετά την πάροδο της προβλεπόµενης αποσβεστικής προθεσµίας.
Η πάροδος της αποσβεστικής προθεσµίας δεν συνεπάγεται αδυναµία ταµειακής βεβαίωσης, αλλά συνιστά το χρόνο έναρξης της παραγραφής της απαίτησης.
Η θέση του Συμβουλίου της Επικρατείας :

Η έναρξη της παραγραφής προϋποθέτει την εντός της αποσβεστικής προθεσµίας έκδοση της ταµειακής βεβαίωσης του χρέους. Με την άπρακτη πάροδο της προβλεπόμενης από αυτές πενταετίας, το δικαίωμα του οικείου οργανισμού τοπικής αυτοδιοίκησης προς βεβαίωση φόρων κτλ αποσβέννυται.

Παρασκευή 17 Φεβρουαρίου 2017

Δεκαετής η αποσβεστική προθεσμία του δικαιώματος του ΙΚΑ για την αναζήτηση αχρεωστήτως καταβληθεισών εισφορών

Σύμφωνα με το άρθρο 29 παρ. 3 του ν. 1846/1951,  "3. Το ποσό της σύνταξης λόγω αναπηρίας ή γήρατος προσαυξάνεται για το σύζυγο ή τη σύζυγο κατά το ποσό του ενός και μισού ημερομισθίου ανειδίκευτου  εργάτη, όπως αυτό ισχύει κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης, εφόσον ο σύζυγος ή η σύζυγος δεν ασκεί επάγγελμα ή δεν είναι συνταξιούχος ασφαλιστικού οργανισμού ή Ν.Π.Δ.Δ. ή του Δημοσίου. Η ανωτέρω προσαύξηση μετά τη χορήγηση της αποτελεί τμήμα του συνολικά καταβαλλόμενου ποσού σύνταξης και αναπροσαρμόζεται εφεξής κατά το ποσοστό  αύξησης των συντάξεων του Ι.Κ.Α. - Ε.Τ.Α.Μ..". 
Με την παρ. 6 του εν λόγω άρθρου επίσης ορίζονται τα εξής: «6.  Το  δικαίωμα εις σύνταξιν ή εις επίδομα αναπροσαρμογής λήγει εις το τέλος του μηνός, καθ` ον έλαβε χώραν ο θάνατος του  συνταξιούχου  ή του  επιδοματούχου  λόγω  αναπροσαρμογής ή ο ανάπηρος έπαυσε να πληροί τας προϋποθέσεις του άρθρου 28, παράγραφος 2, ή επί χήρας εις το τέλος του μηνός καθ` ον συνήψε  νέον  γάμον  και  επί  τέκνων,  εγγόνων  και  προγονών ,  εις το τέλος του μηνός, καθ` ον συνεπλήρωσαν το 18ον έτος  της ηλικίας των ή προ τούτου συνήψαν γάμον.»
Περαιτέρω σύμφωνα με το άρθρο 40 παρ. 4  του ν. 1846/1951  « 4. Πάσα παροχή εις χρήμα αχρεωστήτως καταβληθείσα υπό  του Ι.Κ.Α. ως και η αξία των εις είδος τοιούτων, τα της αποτιμήσεως των οποίων θέλει προσδιορίσει  Κανονισμός,  επιστρέφονται εντόκως προς 5 % αναζητούνται δε κατά τας διατάξεις περί αναγκαστικής εισπράξεως των καθυστερουμένων  εισφορών του Ιδρύματος…».
Μετά την ισχύ όμως του ν. 4387/2016 και με το άρ. 103 αυτού ορίστηκε ότι  «1. Κάθε παροχή που έχει καταβληθεί από το ΙΚΑ-ΕΤΑΜ αχρεώστητα, επιστρέφεται ανεξαρτήτως υπαιτιότητας του λαβόντος και αναζητείται, σύμφωνα με τις διατάξεις του ΚΕΔΕ. Σε περίπτωση υπαιτιότητάς του αναζητείται εντόκως, με επιτόκιο 3%. Παράλληλα με την εφαρμογή των ανωτέρω διατάξεων, επιτρέπεται συμψηφισμός οποιασδήποτε  οφειλής προς το ΙΚΑ-ΕΤΑΜ με το σύνολο των χορηγούμενων παροχών, που τυχόν δικαιούται ο οφειλέτης…»

Στη συνέχεια με το άρθρο 15 παρ. 2   Ν. 2972/2001 επήλθαν ορισμένες αλλαγές όσον αφορά τον χρόνο στον οποίο διενεργείται η βεβαίωση των πάσης φύσεως χρηματικών απαιτήσεων του ΙΚΑ. Συγκεκριμένα η  παράγραφος 6 του άρθρου 27 του α.ν. 1846/1951, όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 8 του άρθρου 2 του ν. 2556/1997, αντικαθίσταται ως εξής:  "6. Το δικαίωμα του Ι.Κ.Α., για τη βεβαίωση σε ευρεία έννοια όλων των χρηματικών απαιτήσεών του, καθώς και των απαιτήσεων των φορέων, κλάδων ή λογαριασμών των οργανισμών κοινωνικής πολιτικής των οποίων τις εισφορές συνεισπράττει το ΙΚ.Α., υπόκειται σε δεκαετή παραγραφή η οποία αρχίζει από την πρώτη ημέρα του επόμενου έτους από εκείνο μέσα στο οποίο παρασχέθηκε η ασφαλιστέα εργασία ή υπηρεσία. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, μετό από γνώμη του Διοικητικού Συμβουλίου του Ι.Κ.Α., μπορεί ο χρόνος παραγραφής να ορίζεται σε πέντε έτη.
Το δικαίωμα του Ι.Κ.Α. προς είσπραξη όλων των χρηματικών απαιτήσεών του, καθώς και των απαιτήσεων των φορέων, κλάδων ή λογαριασμών των οργανισμών κοινωνικής πολιτικής, των οποίων τις εισφορές συνεισπράττει το Ι.Κ.Α., παραγράφεται μετά δεκαετία από τη λήξη του οικονομικού έτους μέσα στο οποίο βεβαιώθηκε υπό στενή έννοια (ταμειακά). Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, μετά από γνώμη του Διοικητικού Συμβουλίου του ΙΚ.Α. η παραγραφή μπορεί να ορίζεται πενταετής.
Από τα παραπάνω συνάγεται ότι είναι σε ισχύ η διάταξη του άρ. 15 παρ. 2  του ν. 2972/2001  που ορίζει με σαφήνεια ότι το δικαίωμα προς βεβαίωση των κάθε φύσεως χρηματικών απαιτήσεων του ΙΚΑ είναι δεκαετής και συμπεριλαμβάνει και τις αχρεωστήτως καταβληθείσες παροχές. Από κει και πέρα δεκαετής είναι και η παραγραφή του δικαιώματος της είσπραξης από τη στιγμή που η οφειλή βεβαιώνεται ταμειακά. Στις δύο παραπάνω περιπτώσεις αυτό που αλλάζει είναι ο χρόνος έναρξης της κάθε προθεσμίας. Στην μεν πρώτη περίπτωση (που στην ουσία πρόκειται για αποσβεστική προθεσμία, εντός της οποίας πρέπει να ασκηθεί το δικαίωμα προς βεβαίωση εν ευρεία έννοια ήτοι η σύνταξη χρηματικών καταλόγων και η δημιουργία νόμιμων τίτλων), ο χρόνος της δεκαετούς αποσβεστικής προθεσμίας αρχίζει από την  πρώτη μέρα του επόμενου έτους μέσα στο οποίο παρεσχέθη η ασφαλιστέα εργασία και υπηρεσία, ενώ στη δεύτερη περίπτωση, δηλαδή της δεκαετούς παραγραφής προς είσπραξη, η αφετηρία της είναι στη λήξη του οικονομικού έτους εντός του οποίου έγινε η ταμειακή βεβαίωση άρα κατέστη το χρέος ληξιπρόθεσμο.  Του νόμου μη διακρίνοντος αυτές οι προθεσμίες ισχύουν για όλες ανεξαιρέτως τις παροχές του ΙΚΑ ακόμη και αυτές που καταβλήθηκαν αχρεώστητα.

Ωστόσο με τις διατάξεις της περ. 2 της υποπαρ. ΙΑ. 6 της παρ. ΙΑ του πρώτου άρθρου του ν. 4093/2012 (ΦΕΚ Α 222/12.11.2012), οι οποίες ρητά αναφέρεται ότι ισχύουν από την δημοσίευση του νόμου στο ΦΕΚ δηλαδή από 12.11. 2012 και ΔΕΝ ΕΧΟΥΝ ΑΝΑΔΡΟΜΙΚΗ ΙΣΧΥ, ορίστηκε ότι «2. Αξιώσεις των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης αρμοδιότητας του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας που αφορούν την επιστροφή αχρεωστήτως καταβληθεισών παροχών παραγράφονται μετά εικοσαετία από την τελευταία καταβολή. Κάθε αντίθετη διάταξη καταργείται.».

Η παραπάνω διάταξη ισχύει από την ημερομηνία της δημοσίευσης του ν. αυτού ήτοι από 12.11.2012.

Η διοίκηση με την εγκύκλιο 80/2012 ερμήνευσε ότι η ανωτέρω διάταξη έχει αναδρομική ισχύ, όσον αφορά την επιστροφή αχρεωστήτως καταβληθησών παροχών. Και ότι ειδικά για τις αχρεώστητες παροχές μπορεί το ΙΚΑ  να αναζητήσει επί μία εικοσαετία πίσω αρκεί η βεβαίωση της πράξης να γίνεται μετά την 12.11.2012 ημερομηνία δημοσίευσης του ανωτέρω νόμου. Και μάλιστα αυτό ισχύει μόνο για τις αχρεώστητες παροχές και όχι για τις εισφορές η παραγραφή των οποίων παραμένει δεκαετής. Ωστόσο η ερμηνεία αυτή θεωρήθηκε από το Συνήγορο του Πολίτη ότι δεν είναι ορθή με το υπ’αρ. 192127/53235/24.10.2014 έγγραφό του, καθόσον πρόκειται για επιμήκυνηση αδικαιολόγητη του χρόνου παραγραφής.

Εκτός των ανωτέρω ό νόμος ν. 4093/2012 (ΦΕΚ Α 222/12.11.2012), ορίζει ρητά ότι οι διατάξεις του ισχύουν από την δημοσίευση αυτού. Από τότε δηλαδή παράγονται έννομα αποτελέσματα και δεν έχουν αναδρομικό χαρακτήρα. Συνεπώς η εικοσαετής παραγραφή του άρ. πρώτου της περ. 2 της υποπαραγράφου ΙΑ6 της παρ. ΙΑ του ν. 4093/2012, ισχύει για όσες περιπτώσεις θεωρηθούν ως αχρεωστήτως καταβληθείσες μετά την ημερομηνία αυτή.
Σε κάθε άλλη περίπτωση και μέχρι την ισχύ του ανωτέρω νόμου ήτοι μέχρι την 12.11.2012 ισχύει η διάταξη του άρ. 15 παρ. 2  του ν. 2972/2001 δηλαδή η δεκαετής αποσβεστική  προθεσμία και η δεκαετής παραγραφή προς είσπραξη μετά τη βεβαίωση του ποσού, που σημαίνει ότι ο νέος νόμος δεν μπορεί να καταλαμβάνει υποθέσεις αχρεωστήτως καταβληθεισών παροχών αν μέχρι την ισχύ αυτού, ήτοι μέχρι 12.11.2012, έχει παρέλθει το δεκαετές δικαίωμα του ΙΚΑ ΕΤΑΜ προς βεβαίωση των ανωτέρω ποσών.


Δεν μπορεί δηλαδή να εφαρμόζεται η εικοσαετής παραγραφή αναδρομικά για ποσά που αφορούν παροχές  για τις οποίες έχει παρέλθει το δικαίωμα προς βεβαίωση. Δηλαδή έχει παρέλθει το δικαίωμα της δεκαετούς βεβαίωσης.