Σελίδες

Τρίτη 7 Οκτωβρίου 2014

Σύντομη ιστορική καταγραφή των θεωριών για το έννομο αγαθό.

«Έως το δεύτερο μισό του 18ου αιώνα, επικρατούσε ακόμη ως κοινό ποινικό δίκαιο η Institutio Criminalae Carolina, γνωστή όχι μόνο για τις βάρβαρες ποινές που εμπεριείχε, αλλά και για την ασάφεια στη διατύπωση των αντικειμενικών υποστάσεων των εγκλημάτων και την πρόσμιξή τους με στοιχεία του φρονήματος που συντηρούσαν την αυθαιρεσία στην εφαρμογή του δικαίου. Το στήριγμά της αποτελούσε μέχρι τότε μία θεοκρατική μεταφυσική ιδεολογία που σημασιολογούσε το έγκλημα ως προσβολή θεϊκής ή κάποιας άλλης ανέλεγκτης φυσικής θέλησης και απέτρεπε από ορθολογικούς προσανατολισμούς στην προσέγγισή του. Το έδαφος αυτό κλονίζεται από το ρεύμα διαφωτισμού που εξαπλώνεται σε όλη την Ευρώπη και καταλαμβάνει αυτή την εποχή κυρίαρχη θέση στο πλαίσιο της γερμανικής θεωρίας του δικαίου. Οι κανόνες δικαίου πλέον συλλαμβάνονται ως αποφάσεις για την οργάνωση της κοινωνικής ζωής της οποίας φορέας δεν είναι άλλος από τον άνθρωπο.».
Έτσι αρχίζει τη μελέτη του ο Δημήτριος Σπυράκος, «Η κριτική λειτουργία της έννοιας του εννόμου αγαθού», που όπως και στην μελέτη του Νικόλαου Δημητράτου, «Έννομο αγαθό και διδασκαλία περί εγκλήματος στο ποινικό δίκαιο», επιχειρείται μία ιστορική καταγραφή της διαδρομής του εννοιολογικού περιεχομένου της έννοιας  «έννομο αγαθό».
Τα παρακάτω σημεία είναι σταχυολογήσεις από τις παραπάνω μονογραφίες, φυσικά και δεν διεκδικούν καμία πρωτοτυπία, αντίθετα θα αποτελούσαν μόνο μία περιληπτική υποσημείωση στην ιστορική εξέλιξη της παραπάνω έννοιας, η οποία αποδεικνύεται αρκετά πλούσια.
Το έννομο αγαθό από την παρακάτω καταγραφή αποδεικνύεται ότι δεν είναι μία λυμένη υπόθεση, αλλά μέρος μίας ευρύτερης συζήτησης που τελικά αφορά την ίδια τη θέσμιση του δικαίου σε μία οργανωμένη κοινωνία, συζήτηση στην οποία συνέβαλαν μεγάλα ονόματα της επιστήμης του Δικαίου από τον Feuerbach, ως τον Amelung και τον δικό μας Ι. Μανωλεδάκη.
Οι πόλοι στους οποίους εκτείνεται η συζήτηση και η ανάπτυξη των θεωριών, έχουν σχέση με τα αξιολογικά κριτήρια που χρησιμοποιούνται για να αποδώσουν την έννοια «έννομο αγαθό». Έτσι άλλοτε περιγράφονται στην υπόστασή τους ως αντικείμενα, υλικά ή μη άλλοτε ως συμφέροντα, καταστάσεις ή πολιτιστικές αξίες ή λειτουργικές ενότητες. Δεν αποκλείεται πλέον στη σύγχρονη δικαιική τάξη, η επίκληση γενικών εννόμων αγαθών ή όπως ονομάζονται «οικουμενικών εννόμων αγαθών», για την δικαιολόγηση ποινικών κυρωτικών νομοθετημάτων. Η μεταστροφή προς την προληπτική ενέργεια των κυρωτικών κανόνων είναι εμφανής: θεωρούνται ποινικά κολάσιμες συμπεριφορές που δεν έχουν άμεσο αντίκτυπο στον εξωτερικό, υλικό, υποστατό κόσμο, αλλά ενδέχεται να οδηγήσουν σε κοινωνικά απαράδεκτες και βλαπτικές ενέργειες.